Μελετώντας το καθεστώς των ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια, συμπεραίνεται εύκολα, πως είναι αρκετά επιρρεπές στις κρίσεις, οι οποίες πηγάζουν συνήθως από αρκετά πολυάριθμες αιτίες που με την σειρά τους προβάλλονται είτε εξαιτίας των αδυναμιών του, είτε των συνθηκών που αντιμετωπίζει, επειδή αποζητά διακαώς την θέση του απόλυτου κυρίαρχου στην διεθνή σκακιέρα. Έτσι λοιπόν, αρκεί ένα τρομοκρατικό πλήγμα, όπως αυτό της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001, ώστε να περιέλθει σε χρόνια οικονομική ύφεση παρασέρνοντας με το άγχος του κι άλλα κράτη κλιμακωτά σαν ένα παιχνίδι ντόμινο.
Ενώ από την άλλη, βλέπουμε πως ένας πόλεμος, μπορεί να χρεώνει το αμερικανικό κράτος και κατ’ επέκταση τους φορολογούμενους με τα έξοδα του, αλλά το αντίθετο συμβαίνει με την οικονομία του η οποία εξέρχεται από την ύφεση εξαιτίας της παροχής χρήματος προς τις μεγάλες επιχειρήσεις που προσφέρουν σε αυτή την ενέργεια. Χαρακτηριστικά, το κράτος των ΗΠΑ εξαιτίας αυτής του της συμπεριφοράς, βρίσκεται με ένα τεράστιο έλλειμμα έναντι των τραπεζών οι οποίες αποπληρώνουν τα έξοδα των αλλεπάλληλων πολέμων ανά την υφήλιο. Έξοδα που αυξάνονται λόγω της συνέχισης της εμπόλεμης κατάστασης στις περιοχές αυτές, όπως το Ιράκ και το Αφγανιστάν.
Με αυτό λοιπόν τον τρόπο, η οικονομία της χώρας δέχεται τονωτικές ενέσεις, που αυξάνουν τα κέρδη των μεγάλων επιχειρήσεων. Και κάτι τέτοιο μπορεί να πραγματοποιείται με την επιβολή των οικονομικών συμφερόντων τα οποία αλληλοϋποστηρίζουν τον πλανητικό ιμπεριαλισμό, αλλά κι απευθείας με την αύξηση της φορολόγησης των πολιτών. Ενδεικτικά, ο πόλεμος στο Ιράκ, έχει ξεπεράσει σε έξοδα τα 500 δισεκατομμύρια δολάρια και αναμένονται να συνεχίσουν να αυξάνονται, εφόσον για να διασφαλιστούν τα οικονομικά συμφέροντα τα οποία τροφοδοτούν απευθείας τις μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις (καυσίμων και πολεμικού υλικού) χρειάζονται και την στρατιωτική παρουσία στην ταραγμένη περιοχή, αυξάνοντας όμως και την αντίδραση των Ιρακινών, δηλ την ένοπλη αντίστασή τους.
Γίνεται φανερό, πως και οι ΗΠΑ, έχουν μοιραία καταλήξει στην εικόνα που είχε και η ρωμαϊκή αυτοκρατορία, η οποία εκστράτευε ώστε να μεγαλώνει το κέρδος των εύρωστων πολιτών της. Οι οποίοι δεν υποκινούσαν μοναχά πολεμικές συγκρούσεις, αλλά πολλές φορές και συμμετείχαν σε αυτές. Κάτι που αύξανε την κοινωνική ανισότητα των πολιτών της, διότι τα κέρδη επενδύονταν με αποτέλεσμα να συγκεντρωθούν τεράστιες εκτάσεις γης σε μια ολιγάριθμη ομάδα. Η διαφορά με την κατάσταση των ΗΠΑ, έγκειται κυρίως στην φύση της περιουσίας των κερδοσκόπων καθώς το περιβάλλον της παγκοσμιοποίησης και η σύγχρονες οικονομικές διαδικασίες, αντικατέστησαν τα εκτάρια εδάφους με μετοχές μικρότερων ή μεγαλύτερων επιχειρήσεων, που σίγουρα αποφέρουν και ευκολότερο και γρηγορότερο κέρδος.
Ερχόμενοι τώρα στην μεγάλη οικονομική κρίση των ημερών, παρατηρούμε πως η μέθοδος είναι η ίδια, αλλά ακολουθεί μόνο την μια κατεύθυνση. Εκεί που τα κέρδη περνούν σε λίγα χέρια, η σημερινή κρίση απέδειξε, πως τα χρέη και τα βάρη μιας οικονομικής κρίσης, επιφορτίζουν το ευρύτερο σύνολο μιας κοινωνίας σαν κι αυτή. Γεγονός που και πάλι, εξαιτίας της κλιμάκωσής της μετατρέπει την κρίση αυτή γρήγορα σε παγκόσμια. Και σίγουρα, δεν είναι καθόλου τυχαίο πως η μοναδική «λύση» την οποία προτείνουν και στις ΗΠΑ αλλά και στην «Ε».Ε., δηλ στις 2 από τις ισχυρότερες οικονομίες του κόσμου, είναι ο κρατικός προστατευτισμός που συνεπάγεται με «κοινωνικοποίηση» του χρέους προς όλους τους φορολογούμενους, παρότι αυτό αφορά την ολιγάριθμη ομάδα ατόμων που καρπωνόταν τα μέχρι πρότινως κέρδη. Υπάρχουν επομένως όλες οι παράμετροι, δεν φαινόταν να υπάρχει εκείνη που «τονώνει» την οικονομία των ΗΠΑ. Δηλαδή κάποια πολεμική επιχείρηση.
Εδώ λοιπόν, ήρθε προ λίγων ημερών μια «αφανής» είδηση, δημοσιευμένη στην βρετανική εφημερίδα Guardian, να συμπληρώσει κι αυτό το κενό. Αφορά, την απαίτηση του πρωθυπουργού του Ισραήλ, Εχούντ Ολμέρτ, για σχεδιασμένη επίθεση εναντίον του Ιράν την οποία κι αρνήθηκε ο πρόεδρος Μπους. Με αφορμή την 60η επέτειο από την ίδρυση του σιωνιστικού κράτους (14 Μαΐου), ο εβραίος πρωθυπουργός ζήτησε έμπρακτη υποστήριξη σε πολεμική ενέργεια εναντίον του Ιράν με πρωταρχικό στόχο την καταστροφή των πυρηνικών του εγκαταστάσεων.
Κάτι που απέρριψε ο πρόεδρος των ΗΠΑ χρησιμοποιώντας σαν δικαιολογία, την ένταση που θα μπορούσε να προκαλέσει αυτό, τόσο από τις αντιδράσεις των Περσών όσο και στα σημεία όπου παραβρίσκονται οι στρατιωτικές δυνάμεις τους. Εδώ μάλιστα, θα πρέπει να συμπεριληφθεί και η μετά από λίγες ημέρες επίθεση της Γεωργίας εναντίον της Οσσετίας, η οποία τελικά και στέφθηκε με αποτυχία εξαιτίας της άμεσης αντίδρασης της Ρωσίας, αναγκάζοντας τις ΗΠΑ να προστρέξουν στην υποστήριξη του συμμάχου τους στην περιοχή. Αν δε, η τελευταία περίπτωση συνδυαστεί με την γενικότερη κατάσταση που έχει προκαλέσει ο αμρικανοσιωνιστικός ιμπεριαλισμός, τότε καθίσταται σαφές πως μια τέτοια σύγκρουση θα μπορούσε να μετατραπεί σε ευρείας κλίμακας σε πολλά ή και σε όλα τα μέτωπα.
Αν τελικά, επανέλθουμε στο ότι ένας πόλεμος, μπορεί να τονώσει την αμερικανική οικονομία, γίνεται αμέσως αντιληπτό, ότι η αναβολή του επιφέρει τα αντίστροφα αποτελέσματα. Δηλαδή, οικονομική αστάθεια, καθώς ένας αναμενόμενος πόλεμος σημαίνει κέρδη, τα οποία τελικά δεν ήλθαν διότι αυτός δεν συνέβη. Το γεγονός μάλιστα, ότι και στις δυο περιπτώσεις (τόσο η κρίση, όσο και η συγκέντρωση των κερδών) αφορά μεγάλες τράπεζες, δεν πρέπει να προσπεραστεί σαν τυχαία σύμπτωση. Όπως και η εξάρτηση των πολέμων αυτών, από και προς την υποστήριξη των σιωνιστών, οι οποίοι καθώς φαίνεται -για άλλη μια φορά-, κυριολεκτικά σέρνουν τον κόσμο στην ουρά του άρματός τους…
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου